ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΚΡΗΤΗΣ
Ηράκλειο 05/05/2015
«Η νέα παραγωγή της Όπερας της Βαλίτσας η θρυλική Κάρμεν του Μπιζέ στην Κρήτη με την στήριξη της Περιφέρειας Κρήτης»
Η νέα παραγωγή της Όπερας της Βαλίτσας είναι η θρυλική Κάρμεν του Μπιζέ, η οποία θα ταξιδέψει σε 23 πόλεις σε ολόκληρη την Ελλάδα, στο πλαίσιο του προγράμματος "Ταξίδι προς το Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος", το οποίο πραγματοποιείται με αποκλειστική δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος.
Επόμενος σταθμός του προγράμματος είναι η Κρήτη και συγκεκριμένα οι πόλεις Χανιά, Ηράκλειο και Άγιος Νικόλαος, Πιο αναλυτικά:
Συγκεκριμένα, το πρόγραμμα ανά πόλη έχει ως εξής:
ΧΑΝΙΑ
- Όπερα της Βαλίτσας – «Κάρμεν»: 07 Μαΐου, 20:00 – Πνευματικό Κέντρο Χανίων (Ανδρέα Παπανδρέου 70, Χανιά) συνεργασία με το Δήμο Χανίων
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
- Όπερα της Βαλίτσας – «Κάρμεν»: 09 Μαΐου, 20:00 – Κινηματοθέατρο ΑΣΤΟΡΙΑ (Πλατεία Ελευθερίας, Ηράκλειο) σε συνεργασία με την Περιφερειακή Ενότητα Ηρακλείου
ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
- Όπερα της Βαλίτσας – «Κάρμεν»: 13 Μαΐου, 20:00 – Κινηματοθέατρο ΡΕΞ (Λασθένους & Σφακιανάκη 02, Άγιος Νικόλαος)σε συνεργασία με το Δήμο Αγίου Νικολάου
Πρόκειται για μια από τις πιο δημοφιλείς όπερες παγκοσμίως αφού καταφέρνει να συγκινεί διαχρονικά το κοινό με τη δύναμη, τη ζωντάνια και την απλότητα της. Η τραγική ιστορία της είναι πάντα επίκαιρη, αφού ο έρωτας, το πάθος, η ανάγκη για την ελευθερία είναι δομικά στοιχεία της ανθρώπινης φύσης.
Οι συγκλονιστικές μελωδίες του Μπιζέ, οι υπέροχες άριες και τα ντουέτα, σκιαγραφούν με μαγικό τρόπο την δραματική ιστορία και τα συναισθήματα των χαρακτήρων. Η υπόθεση της όπερας αφορά τα παράφορα αισθήματα του δεκανέα Δον Χοσέ για την τσιγγάνα Κάρμεν. Η δική της, πιο ελεύθερη άποψη για τον έρωτα, την οδηγεί τελικά στον θάνατο. Η διακεκριμένη σκηνοθέτρια Αγγέλα Σαρόγλου έχει μεταφέρει τη δράση του έργου στην Ισπανία του σήμερα μέσα από την αισθητική του σινεμά του Πέδρο Αλμοδοβάρ.
Συμμετέχουν διακεκριμένοι πρωταγωνιστές της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Η διάρκεια της παράστασης είναι 80 λεπτά, χωρίς διάλειμμα με υπέρτιτλους στα ελληνικά.
Η παράσταση είναι δωρεάν αλλά η είσοδος γίνεται με δελτία προτεραιότητας τα οποία διανέμονται αυστηρά στο χώρο μια ώρα πριν την έναρξη της παράστασης, δηλαδή στις 19.00 και είναι ατομικά. Η παράσταση θα ξεκινήσει στις 20.00-20.15 και δεν επιτρέπεται η είσοδος μετά την έναρξή της.
Η «Όπερα της Βαλίτσας» ξεκίνησε το 2011 από την Εθνική Λυρική Σκηνή σαν μια καλλιτεχνική δράση που είχε κύριο σκοπό να συναντήσει και να γοητεύσει ένα νέο κοινό, μυώντας το στο μαγικό κόσμο της όπερας και του λυρικού ρεπερτορίου. Η παραγωγή της «Όπερας της Βαλίτσας» είναι ευέλικτη και ταξιδεύει σε απρόσμενους χώρους (πνευματικά κέντρα, μουσεία, βιβλιοθήκες, αρχαιολογικούς χώρους) με τη συνοδεία των εξαιρετικών τραγουδιστών της ΕΛΣ, με ένα πιάνο αντί για ορχήστρα και όλα της τα σκηνικά... μέσα σε μια βαλίτσα. Σκηνοθεσία Αγγέλα Σαρόγλου Σκηνικά Γιώργος Κολιός / Κοστούμια Αλεξία Θεοδωράκη
Επίσης, βίντεο σχετικά με την «Όπερας της Βαλίτσας», μπορείτε να βρείτε στον ακόλουθο σύνδεσμο:
Τέλος, βίντεο σχετικά με το πρόγραμμα «Ταξίδι προς το Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος» μπορείτε να βρείτε στον ακόλουθο σύνδεσμο:
Η Κάρμεν σε μία ματιά
Ο συνθέτης / Ο Γάλλος συνθέτης Ζωρζ Μπιζέ γεννήθηκε στο Παρίσι το 1838 και πέθανε στο Μπουγκιβάλ [Bougival], κοντά στο Παρίσι, το 1875. Πρώτος του δάσκαλος στη μουσική υπήρξε ο πατέρας του, καθηγητής τραγουδιού. Αργότερα, στο Ωδείο του Παρισιού, μαθήτευσε πλάϊ στον Ζακ Φρομαντάλ Αλεβύ [Jacques Fromental Halévy] συνθέτη της όπερας Η Εβραία, [La Juive] του οποίου την κόρη νυμφεύτηκε το 1869. Εκτός ωδείου μελέτησε με τον Σαρλ Γκουνό [Charles Gounod], που άσκησε βαθιά επιρροή στο έργο του. Το 1857, όταν ο Μπιζέ κέρδισε το περίφημο Μεγάλο Βραβείο της Ρώμης [Grand Prix de Rome] είχε ήδη συνθέσει την αξιόλογη Συμφωνία του σε ντο [Symphony in C], που όμως ακούστηκε για πρώτη φορά μόλις το 1935! Επιστρέφοντας από την βίλα των Μεδίκων [Villa Medici] στο Παρίσι έπρεπε κατ’ αρχάς να φροντίσει τα ισχνά του οικονομικά. Η όπερά του Αλιείς Μαργαριταριών [Les Pêcheurs de perles, 1863] δεν σημείωσε την αναμενόμενη επιτυχία. Μετά τον γαλλο-πρωσικό πόλεμο (1870) διορίστηκε διευθυντής χορωδίας στην παρισινή Όπερα [Opéra], προτίμησε όμως την θέση του υπεύθυνου για τη μουσική προετοιμασία των τραγουδιστών στην Κωμική Όπερα [Opéra Comique]. Το 1872 γνώρισε την πρώτη μεγάλη επιτυχία χάρη στην μουσική που συνέθεσε για θεατρικό έργο που βασίστηκε στο μυθιστόρημα Η Αρλεζιάννα [L’Arlésienne] του Αλφόνς Ντωντέ [Alphonse Daudet]. Τον Μάρτιο του 1875 έζησε την ταραχώδη πρεμιέρα της Κάρμεν, δεν χάρηκε όμως την τεράστια καταξίωση του έργου, αφού πέθανε μόλις λίγους μήνες μετά, σε ηλικία 37 ετών.
Το έργο/ Γαλλική κωμική όπερα σε τέσσερις πράξεις, η Κάρμεν βασίζεται σε ποιητικό κείμενο των Ανρί Μεγιάκ και Λυντοβίκ Αλεβύ, που στηρίζεται στην σχετική νουβέλα του Προσπέρ Μεριμέ (1845). Ο όρος κωμική όπερα –opéra comique- δεν υπαινίσσεται κωμικά στοιχεία, αλλά αφορά χαρακτηριστικά δομής και αισθητικής, ένα από τα οποία είναι οι διάλογοι πρόζας. Το 1875, με αφορμή την παρουσίαση της Κάρμεν στην Βιέννη, ο Ερνέστ Γκιρώ [Ernest Guiraud] τους αντικατέστησε με μελοποιημένους διαλόγους (recitativi). Επίσης, προσέθεσε σκηνές χορού δανειζόμενος μουσική από την σουίτα Η Αρλεζιάννα και από την όπερα του Μπιζέ Η ωραία κόρη του Περθ [La jolie fille de Perth].
Πρεμιέρες / Η Κάρμεν δόθηκε για πρώτη φορά στο Παρίσι, στην Αίθουσα Φαβάρ [Salle Favart] από τον θίασο της Κωμικής Όπερας [Opéra Comique], στις 3 Μαρτίου 1875. Τον κεντρικό ρόλο ερμήνευσε η Σελεστίν Γκαλλί-Μαριέ [Célestine Galli-Marié]. Για την καταξίωση της όπερας, σημαντική υπήρξε η παράσταση που δόθηκε στην Βιέννη τον Οκτώβριο του 1875.
Στο ρεπερτόριο της Εθνικής Λυρική Σκηνής η Κάρμεν μπήκε την καλλιτεχνική περίοδο 1941/2 με την Κίτσα Δαμασιώτη στον κεντρικό ρόλο, τους Αντώνη Δελένδα και Νίκο Γλυνό ως Δον Χοσέ, την Φανή Αϊδαλή ως Μικαέλα και τον Σπύρο Καλογερά ως Εσκαμίγιο. Την παράσταση διηύθυνε ο Αντίοχος Ευαγγελάτος.
Σύνοψη
Α’ Πράξη / Στη Σεβίλλη, σε ένα καφέ στην πλατεία, οι( στρατιώτες) αστυνομικοί ασχολούνται με τους περαστικούς περιμένοντας την Κάρμεν που εργάζεται εκεί. Καταφθάνοντας η Κάρμεν σχεδόν απειλεί τους θαυμαστές της, τραγουδώντας για την ασταθή φύση του έρωτα. Αντιδρώντας στο επίμονο φλερτ του Θουνίγα καταφεύγει στον Δον Χοσέ και προκλητικά τον φιλά και του πετά ένα λουλούδι. Εκείνος, αν και δείχνει να ενοχλείται, το κρατά. Η Κάρμεν και η Μερσέντες επιστρέφουν στη δουλειά. Έρχεται η Μικαέλα, που μεταφέρει στον Δον Χοσέ ένα φιλί από την μητέρα του μαζί με ένα γράμμα, στο οποίο εκείνη του προτείνει την Μικαέλα ως την κατάλληλη σύζυγο. Πάνω στην ώρα ακούγονται φωνές και η Κάρμεν με τον Θουνίγα βγαίνουν εκ νέου, αυτήν τη φορά σε έντονη αντιδικία. Η Κάρμεν έχει στην κατοχή της μια τσάντα με ύποπτο περιεχόμενο, αλλά αρνείται να δώσει εξηγήσεις. Ο Θουνίγα αναθέτει στον Δον Χοσέ να την οδηγήσει στη φυλακή. Μόλις μένουν μόνοι, η Κάρμεν ασκεί όλη της την γοητεία στον αξιωματικό και ως αντάλλαγμα για την απελευθέρωσή της του υπόσχεται τον έρωτά της. Ο Δον Χοσέ την βοηθά να ξεφύγει.
Β’ Πράξη / Σε ένα μπαρ όπου η Κάρμεν και η Μερσέντες εργάζονται τα βράδια. Φθάνει ο διάσημος ταυρομάχος Εσκαμίγιο. Η Κάρμεν μοιάζει να μην ενδιαφέρεται, τον αφήνει όμως να ελπίζει. Φθάνει ο Δον Χοσέ και η Κάρμεν γεμάτη χαρά χορεύει γι’ αυτόν. Όταν εκείνος της εξηγεί πως θα πρέπει να φύγει σε υπηρεσία, η Κάρμεν εξαγριώνεται και μένει ασυγκίνητη τόσο στην θέα του λουλουδιού της πρώτης τους γνωριμίας όσο και στην πρόταση γάμου που της κάνει. Αν την αγαπά, του εξηγεί, θα πρέπει να φύγει μαζί της για μια νέα αρχή κάπου αλλού. Επιστρέφει ο φρούραρχος, ελπίζοντας να βρει την Κάρμεν μόνη. Γεμάτος ερωτική ζήλια ο Χοσέ του επιτίθεται: τώρα πια δεν του μένει άλλη επιλογή παρά να ακολουθήσει την Κάρμεν.
Γ’ Πράξη / Σε μια εγκαταλειμμένη περιοχή όπου η Κάρμεν και ο Δον Χοσέ έχουν καταφύγει. Καταφθάνει καταρρακωμένη η Μικαέλα για να πληροφορήσει τον Δον Χοσέ οτι η μητέρα του πεθαίνει. Κρύβεται όταν αισθάνεται ότι και κάποιος την ακολουθεί. Είναι ο Εσκαμίγιο, ο οποίος έχει έρθει να διεκδικήσει πια την Κάρμεν. Έξαλλος ο Δον Χοσέ τον προκαλεί σε μονομαχία. Την κρίσιμη στιγμή τους διακόπτει η Κάρμεν και ο Εσκαμίγιο προσκαλεί όλους στην επόμενή του ταυρομαχία. Εμφανίζεται η Μικαέλα, που πληροφορεί τον Δον Χοσέ ότι η μητέρα του πεθαίνει. Εκείνος, αφού απειλήσει την Κάρμεν ακολουθεί την κοπέλα, ενώ η Κάρμεν υπνωτισμένη ακολουθεί τη φωνή του Εσκαμίγιο.
Δ’ Πράξη / Στο καμαρίνι του Εσκαμίγιο η Κάρμεν τον ετοιμάζει για την αρένα. Ο Εσκαμιγιο την αποχαιρετά θερμά και μπαίνει στην αρένα . Η Κάρμεν μένει μόνη και παρακολουθεί την ταυρομαχία από το μόνιτορ, όταν εισβάλλει ο Δον Χοσέ και την παρακαλεί πιεστικά να τον ακολουθήσει. Εκείνη του λέει ξεκάθαρα πως δεν τον αγαπά και πως προτιμά να πεθάνει παρά να χάσει την ελευθερία της. Ακούγοντας τις ζητωκραυγές μέσα από την αρένα σπεύδει να μοιραστεί τον θρίαμβο του Εσκαμίγιο, όμως ο Δον Χοσέ την εμποδίζει. Όταν εκείνη του επιστρέφει το δαχτυλίδι που τις είχε δώσει κάποτε ως τεκμήριο του έρωτά του, εκείνος τη σκοτώνει, την ίδια στιγμή που ο ταύρος μέσα στην αρένα χτύπα θανάσιμα τον Εσκαμίγιο.
Σημείωμα σκηνοθέτριας
Η Κάρμεν είναι σήμερα τόσο ταυτόσημη με την Ισπανία, που σχεδόν κανείς δεν θυμάται ότι ο συνθέτης της δεν είχε ποτέ επισκεφθεί την Ιβηρική χερσόνησο πριν γράψει το έργο που θα του έδινε μια θέση στο Πάνθεον των μεγάλων λυρικών συνθετών. Στην συντετμημένη εκδοχή του έργου που ετοιμάσαμε για την «Όπερα της Βαλίτσας» θελήσαμε να αφηγηθούμε την ιστορία από μια σκοπιά που θα βρίσκει μια νέα σχέση με την Ισπανία και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της. Από το έργο κρατήσαμε μόνο τον δραματουργικό πυρήνα όπου σκιαγραφείται με μουσικοθεατρική μαεστρία η δυναμική που αναπτύσσεται στις σχέσεις των κεντρικών προσώπων, αφήνοντας έξω από τη διασκευή μας το μεγάλο θέαμα και τις γραφικές σκηνές πλήθους. Καθώς κάθε συντετμημένη εκδοχή είναι ένα νέο, ουσιαστικά, έργο, θελήσαμε να τοποθετήσουμε τη δική μας Κάρμεν στην Ισπανία της δεκαετίας του ’90, στη Σεβίλλη, όπου είναι πάντα ορατή η ιστορική διαστρωμάτωση κι όπου το παρελθόν και το παρόν συνομιλούν στην καθημερινότητα. Κεντρική αισθητική αναφορά της παράστασης είναι ο κινηματογράφος του Αλμοδοβάρ, μέσα από τον οποίον ξαναμάθαμε να βλέπουμε την Ισπανία και εξοικειωθήκαμε μαζί της περισσότερο μάλλον απ’ ό,τι ο Μπιζέ στην εποχή του.
Στην παράστασή μας βλέπουμε δύο κόσμους που έρχονται σε επαφή και τελικά συγκρούονται: η συντηρητική, καθολική Ισπανία της επαρχίας και ιδίως του Νότου από τη μιά και η απελευθερωμένη Ισπανία των μεγάλων πόλεων της μετά-Φράνκο εποχής, όπως την βλέπουμε αποτυπωμένη στις ταινίες του Αλμοδοβάρ. Αφαιρέσαμε συνειδητά από την αφήγηση το τσιγκάνικο στοιχείο, που δημιουργούσε διαφορετικές συνδηλώσεις στην εποχή του και διαφορετικές στη δική μας, ειδικά όταν καλείται να λειτουργήσει ως αιτιολόγηση της παραβατικότητας της Κάρμεν και των συντρόφων της. Επιλέξαμε -όχι για να είμαστε politically correct, αλλά πιο πιστοί στο πνεύμα του έργου, υπερβαίνοντας έναν ξεπερασμένο ψευδο-εξωτισμό- να δείξουμε την Κάρμεν ως μια σύγχρονη γυναίκα, που προσπαθεί να επιβιώσει δουλεύοντας μέρα-νύχτα. Γνωρίζει τόσο τον κόσμο της ημέρας, όσο κι εκείνον της νύχτας κι αυτό την κάνει έναν άνθρωπο με εμπειρία από τη ζωή, πολύ μεγαλύτερη από εκείνην του μεγαλωμένου σε ένα ασφαλές μικροαστικό περιβάλλον Χοσέ. Η Κάρμεν, που δεν αναζητά την οικογένεια και τα παιδιά, γνωρίζει ποιο είναι το κόστος, όταν ακολουθείς τις επιθυμίες σου, αλλά δε θα φανταζόταν ποτέ ότι θα πλήρωνε ένα τόσο ακριβό τίμημα...